Ορίζεται ως μια πάθηση του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος των αεραγωγών, ως μια ανταπόκριση αυτών σε διάφορα αλλεργιογόνα ερεθίσματα τα οποία μπορούν να προκαλέσουν σπασμό και στένωση της αεροφόρας οδού.
Η κλινική εμφάνιση συνήθως συνδυάζει τη δύσπνοια, δυσφορία, έντονο βήχα, αναπνευστικό συριγμό, λαμβάνοντας τη μορφή οξείας κρίσης.
Μερικά από τα γνωστά αίτια είναι παράγοντες όπως φάρμακα, κάπνισμα, ατμοσφαιρική ρύπανση, ψυχολογικοί παράγοντες, φυσική άσκηση, λοιμώξεις.
Δύναται να εμφανιστεί με χαρακτήρα εποχιακής κατανομής ανάλογα με το αλλεργιογόνο, αλλά και μη εποχιακά σε περιπτώσεις αλλεργιογόνων όπως τρίχωμα ζώου, σκόνη, καπνός κτλ.
Κατά τη διάρκεια των κρίσεων ο ασθενής θα εμφανίζει έντονο βήχα, αναπνευστικό συριγμό, δύσπνοια, πιθανή κυάνωση, ταχυκαρδία, υπέρταση, ταχύπνοια.
Η διάγνωση του άσθματος γίνεται κυρίως κλινικά, αλλά και με τη βοήθεια της σπιρομέτρησης, της απλής ακτινογραφίας, της αξονικής θώρακος, της μελέτης με τεστ για αλλεργιογόνα, αιματολογικές εξετάσεις ανοσοποιητικού.
Σημαντικό ρόλο στη θεραπεία του άσθματος κατέχει η ταχεία αναγνώριση και απομάκρυνση του αλλεργιογόνου παράγοντα. Φαρμακευτικοί παράγοντες που χρησιμοποιούνται είναι τα συμπαθητικομιμητικά ,αντιφλεγμονώδη, αντιχολινεργικά, μεθυλοξανθίνες, β διεγέρτες, γλυκοκορτικοειδή.